ΚΑΛΩΣ ΗΛΘΑΤΕ
ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΑ ΤΗΣ ΠΕΡΑΜΟΥ ΤΗΣ ΜΙΚΡΑΣ ΑΣΙΑΣ |
||
Η ιστορία της οικογένειας Κούζου, πρόσφυγες από την Πέραμο, ένα Ελληνικό χωριό στην θάλασσα του Μαρμαρά της Μικράς Ασίας. “Αλλά Θεέ μου , δώσε μου δύναμη να συνεχίσω την ιστορία μου γιαυτό που είδα τελευταία …. Όταν δέθηκαν πια τα καΐκια και η βάρκα, και το βαπόρι άρχισε να ξεκινά τότε όλα τα ζώα που είχαν μείνει στην ακρογιαλιά, νοιώθοντας ότι εγκαταλείπονται οριστικά, αρχίσανε ένα άγριο βέλασμα και ρίχνονται στην θάλασσα, πλέοντας προς το βαπόρι. Με τις άναρθρες φωνές τους μας εκλιπαρούσαν να τα πάρουμε. Το άγριο μουγκρητό μας ανατρίχιαζε όλους. Η καρδιά μας δεν αντέχει άλλο, Πάει να σπάσει.” http://web.archive.org/web/20051108171548/http://members.aol.com/peramos/index.html |
||
![]() Γενική άποψη της Περάμου Κυζίκου από την παραλία σχεδιασμένη από μνήμης Peramos street map ΟΔΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ ΠΕΡΑΜΟΥ panoramas of Peramos and the peninsula. Ο Αντώνης Κούζος, ήταν γιος του Νικολή Κούζου και της Ολυμπίας Αγόρογλου, γεννήθηκε στην Πέραμο της Κυζίκου,.το 1914, και διέφυγε το 1915 την εποχή των διωγμών και της μεγάλη πυρκαγιάς της Περάμου, τότε που ολόκληρη η πόλη καταστράφηκε και κάηκε από τους Τούρκους. Η Πέραμος ήταν ένα μικρό λιμάνι 5.000 κατοίκων, στην Μικρασιατική χερσόνησο της Κυζίκου, στην θάλασσα του Μαρμαρά. Απέναντι, είχε το μεγαλύτερο λιμάνι της Πανόρμου, σημερινή Bandirma που είχε τότε 12.000 Έλληνες και το Ερντέκ, την πρώην Αρτάκη. Αντώνιος Κούζος με την σύζυγό του Ευαγγελία Κούζου Κονσολίδου στην Αθήνα την δεκαετία 1960. Ο Αντώνης Κούζος με την Μητέρα του Ολυμπία Κούζου Αγόρογλου και την Αδελφή του Θεοπούλα στην Κωσταντινούπολη. Νικόλαος Κούζος , ήταν ο τελευταίος Διευθυντής στο Παπαδοπούλειο σχολείο της Περάμου. Το Παπαδοπούλειο, ήταν ένα εντυπωσιακό κτίριο, σχολείο, που σώζεται μέχρι σήμερα, προσφορά του Περαμιώτη πλοιοκτήτη, Παπαδόπουλου. Παπαδοπούλειο σχολείο της Περάμου. Ο Νικόλαος Κούζος σπούδασε ως εκπαιδευτικός στην “Μεγάλη του Γένους Σχολή” στην Κωσταντινούπολη και ήταν συνεχιστής της παράδοσης του εξαδελφου του Γεωργίου Κούζου ο οποίος ήταν συγγραφέας και σημαντικό δημόσιο πρόσωπο της εποχής του. Ο Γεώργιος Κούζος ήταν ιδρυτής και πρόεδρος της Συνομοσποδίας των Τοπικών Ενώσεων και Σωματίων Κυζίκου με το όνομα “ΕΛΠΙΣ” που δημιουργήθηκε το 1876 και αντιπροσώπευε τις 40 κωμοπόλεις και χωριά της Κυζίκου Βλέπε σχετικό χάρτη ποιο πάνω. Ο Γεώργιος Κούζος είχε ευρύ συγγραφικό έργο. Ένα από τα βιβλία του, ήταν και το βιβλίο, με την βιογραφία του αρχιεπισκόπου της Κυζίκου. Μερικά από τα βιβλία του σώθηκαν και έχουν ψηφιοποιηθεί.Βλέπε συνδέσμους με το πλήρες περιεχόμενο πάρακάτω. Από τα σαράντα δύο χωριά που είχε τότε η χερσόνησος της Κυζίκου, μόνο τα δύο ήταν Τουρκικά και ένα μόνο κατοικείτο από Αρμενίους ( Αρμενοχώρι). Τα υπόλοιπα, ήταν όλα Ελληνικά. Ο Νικόλαος Κούζος, ήταν ιδιαίτερα μορφωμένος και με μεγάλη αγάπη στον αρχαίο Ελληνικό πολιτισμό και τα γράμματα. Σαν διευθυντής του σχολείου, οργάνωνε συχνά θεατρικές παραστάσεις, και μάλιστα παραστάσεις από το αρχαίο Ελληνικό ρεπερτόριο. Τα παιδιά, έπρεπε να παίζουν τις αρχαίες Ελληνικές Τραγωδίες και κωμωδίες, στα αρχαία Ελληνικά. Με τέτοια παράδοση, δεν είναι κανείς να απορεί πως, μετά από τόσους αιώνες σκλαβιάς, οι Έλληνες της Μικράς Ασίας κράτησαν την ταυτότητά τους, την γλώσσα και τις παραδόσεις τους. Πολύ λίγα πράματα έχουν σωθεί από το έργο του Γεωργίου και του Νικολάου Κούζου.. Από πρόσφατες έρευνες μάθαμε ότι η Νικόλαος Κούζος ήταν πρώτα Δάσκαλος στο δημοτικό σχολείο της Μηχανίόνας, ένα άλλο χωριό της Κυζίκου, και μετοίκισε στην Πέραμο αργότερα. Στα Τουρκικά αρχεία της Μηχανιόνας βρέθηκε το όνομα της οικογένειας Κούζου. Επίσης υπάρχει η ερμηνία ότι στην Μηχανιόνα κατοίκησαν, σε κάποια φάση, μερικοί Κρητικοί και Κύπριοι σε φάσεις συγκρούσεων με Τούρκους. Γι’ αυτό και πιθανολογείται ότι το όναμα Μηχανιόνα προέρχεται από ντόποιους που ήθελαν να ξεχωρίσουν από τους Κρητικούς από τα Χανιά και ονομάζονταν ΜΗ ΧΑΝΙΟΤΕΣ… Ο Νικόλαος Κούζος με την σύζυγό του Ολυμπία Κούζου Αγόρογλου Λίγοι άνθρωποι, ακόμα, υπάρχουν στη ζωή από τους μαθητές τους στην Νέα Πέραμο Μεγαρίδος, το Μεγάλο Πεύκο, ίσως και στην Πέραμο κοντά στην Καβάλα, γνώρισα μερικούς από αυτούς σε μία επίσκεψη που επισκεύτηκα την Νέα Πέραμο Μεγαρίδος σε γιορτή που παρουσίασα σχετικό βίντεο από επίσκεψη που είχα κάνει στην παλιά Πέραμο το 1997. Σύνδεσμος για να παρακολουθήσετε το βίνυεο αυτό. Back to the roots Nick Kouzos (Part.2): http://www.youtube.com/watch?v=w54x5Na0cb4
Διαβάζω σ’ ένα άρθρο «Αναμνήσεις από την Πέραμο», γραμμένο από τον Περαμιώτη Γεώργιο Αυγερινό, στα «Μαρμαρινά Νέα» με ημερομηνία Νοέμβριος 1964: «Θυμάμαι τον δάσκαλό μας. Τον αυστηρό και κιμπάρη Νικολάκη Κούζο. Με το μυτερό γενάκι του, το φέσι σιδερωμένο πάντα στο κεφάλι και με την άψογη εμφάνισή του ενέπνεε τον σεβασμό αλλά και τον φόβο. Τσιμουδιά στο μάθημά του…» Ήταν τέτοια η αγάπη και ο θαυμασμός που έυτρεφαν οι Περαμιώτες προς τον δάσκαλό τους Νίκο Κούζο που υπήρξαν και περιπτώσεις που κατά την ανταλαγή των πληθυσμών άτομα άλαξαν το όνομά τους σε Κούζο προς τιμήν του. H γιαγιά Ολυμπία σύζυγος του Νικολάου Κούζου ήταν κόρη του Nικολή Αγόρογλου (εμπόρου κρασιού), και είχε πέντε αδέλφια. τρία αγόρια, τον Αλέκο, τον Σωκράτη και τον Μιχάλη και δύο αδελφές, την Καλλιρρόη και την Παλασή που έβάπτησε τον Αντώνιο Κούζο Ο Σωκράτης Αγόρογλου Ο μικρός Αντώνης δεν γνώρισε τον πατέρα του, μια γιατί ο τελευταίος, πέθανε πολύ νωρίς. Η γιαγιά Ολυμπία, χήρα με τέσσερα παιδιά, (Φώτη την Θεοπούλα, τον Αντώνη και την Αθηνά) χρειάστηκε να φύγει στην «μεγάλη πυρκαγιά» και, να μετακομίσει στην Κωνσταντινούπολη όπου συσσωρεύοντο χιλιάδες έλληνες κατά του διωγμούς των Ποντίων και Ελλήνων για να σωθούν. Περαμιώτες στους Διωγμούς του 1915 Εκεί, κοντά στην εκκλησία του Άγίου Κωνσταντίνου, στην συνοικία του Πέραν, έμεναν σε ένα σπίτι, στην οδό Chirass Sokak 17. Εκεί, σχεδόν μέσα στην Εκκλησία του Αγίου Κωσταντίνου, σαν παπαδοπαίδι μεγάλωσε ο Αντώνης μέχρι το 1924. . Το σπίτι που έμεινε η Ολυμπία Κούζου με τα παιδιά της στην Κωσταντινούπολη 1915-1924 Αυτή είναι η εποχή που η Αγγλία και οι άλλοι σύμμαχοι επιτίθενται στην Τουρκία, καθώς η Τουρκία είχε συμμαχήσει με την Γερμανία τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο. Μία πολυπληθείς πόλη όπως η Κωνσταντινούπολη αποτέλεσε πραγματικό καταφύγιο για τους Έλληνες, που κρύβονταν μέσα στη ανώνυμο πλήθος. Οι Περαμιώτες εκδιώχθηκαν από τα σπίτια τους δύο φορές: Την πρώτη φορά μετά την Μεγάλη φωτιά του 1915 όταν ο συνολικός πληθυσμός 5000 ατόμων εκδιώχθηκε και πολλοί από αυτούς πέθαναν στην εξορία στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας. Μόνο δύο χιλιάδες κατάφεραν να επιβιώσουν για να επιστρέψουν και να ξαναχτίσουν τα σπίτια τους μετά την εισβολή του Ελληνικού στρατού το 1919. Την δεύτερη φορά, όταν, οι Περαμιώτες έφυγαν με την υποχώρηση του Ελληνικού Στρατού τον Αύγουστο του 1922, αυτή την φορά για πάντα. Η εκκένωση πραγματοποιήθηκε στις 23 Αυγούστου του 1922 οπότε οι τελευταίοι κάτοικοι της Περάμου, περίπου 2000 μίσθωσαν ένα πλοίο Βρετανικής ιδιοκτησίας, τo ” Cavelpark”το οποίο κατάφερε να πάρει και τις 2000 ταλαίπωρες ψυχές, με πολλές από τις οικοσκευές τους, λίγα κατοικίδια ζώα και τα υπόλοιπα γεννήματα Ο Ελληνικός Στρατός στον σιδηροδρομικό σταθμό της Πανόρμου το 1919 Ο Περαμιώτης Γιάννης Μήχας διηγείται στο Βιβλίο του Γ. Σγουρίδη, ‘ΠΕΡΑΜΟΣ’, περιγράφοντας τις δραματικές τελευταίες στιγμές της αναχώρησης: ‘Αλλά Θεέ μου , δώσε μου δύναμη να συνεχίσω την ιστορία μου γιαυτό που είδα τελευταία …. Όταν δέθηκαν πια τα καΐκια και η βάρκα, και το βαπόρι άρχισε να ξεκινά τότε όλα τα ζώα που είχαν μείνει στην ακρογιαλιά, νοιώθοντας ότι εγκαταλείπονται οριστικά, αρχίσανε ένα άγριο βέλασμα και ρίχνονται στην θάλασσα, πλέοντας προς το βαπόρι. Με τις άναρθρες φωνές τους μας εκλιπαρούσαν να τα πάρουμε. Το άγριο μουγκρητό μας ανατρίχιαζε όλους. Η καρδιά μας δεν αντέχει άλλο, Πάει να σπάσει. Με αναφιλητά αποχαιρετούμε για τελευταία φορά το αγαπημένο μας χωριό και το βαπόρι μακραίνει και πάει….Όταν πια στρίβαμε από την Καψάλα χάθηκε ολότελα από τα μάτια μας και το χωριό και τα βουνά και η θάλασσά του… Το πάρα κατω κείμενο είναι από δημοσίευση στο Facebook από αναλογες πηγές: 23 Αυγούστου 1922 – Η τελευταία ημέρα της ΠεράμουΕνα τσαλακωμένο και μουσκεμένο από τον ιδρώτα γράμμα που είχε στον κόρφο του ο καϊκτσής, έφτασε το απόγευμα της 25ης Αυγούστου 1922 στον Γιάννη Δεσύλλα-Περαμιώτη στον Γαλατά της Κωνσταντινούπολης. Ηταν σταλμένο από την Δημογεροντία της Περάμου και απευθυνόταν στον Σύνδεσμο Περαμίων της Πόλης. Το παραθέτουμε αυτούσιο:
Δεν έμενε καιρός για συζήτηση, έπρεπε να βρεθεί αμέσως βαπόρι για να σώσει το χωριό που αριθμούσε 2000 ψυχές (τόσοι είχαν απομείνει από τις 4000 που είχε πριν από τη μεγάλη φωτιά του 1915 και στον πρωτο διωγμό του Βαληκεσέρ). Ας δούμε την ανίδραση των Περαμίων της Πόλης, όπως τη διηγήθηκε αργότερα ο Σεραφείμ Ψύχας στη Νέα Πέραμο: Αρχίσαμεν λοιπόν να τρέχωμεν σαν τρελλοί να εύρωμεν το πλοίο δια να παμε να τους σώσωμεν. Η φανερωμένη μας εβοήθησε και βρήκαμε ένα φορτηγό 1500 τόνων της εταιρείας Ταιργιάζου και Καλλία, που ονομαζόταν Κάβελπαρκ. Το πλοίο άρχισε να παίρνει κάρβουνα στις 26 Αυγούστου και την επομένην ο υποφαινόμενος μαζί με τον Θεόδωρον Μπουμπούλια και τον μακαρίτην Δημήτριον Κυριακίδην τον αρχιτέκτονα, μπαρκάρουμε στις τρεις η ώρα για την Πέραμον.πρώτος πλοίαρχος ήταν ο Αγγλος Τζόνσον – το πλοίο είχε αγγλική σημαία- ο δεύτερος και ο τρίτος ήσαν Ελληνες. Μόλις αλαργώσαμε 4-5 μίλια από το Σαράι μπορνού, ο πλοίαρχος μας εκάλεσε στη γέφυρα και μας άνοιξε ένα σφραγισμένο φάκελο. Εχω εντολή μας λέγει, από τη Ναυτική Βάση της Πόλης, να ακολουθήσω τις οδηγίες σας, θα παμε όπου μας πείτε. Κατά τις 10 τη νύχτα βλέπαμε το πλοίο να κανει στροφή πίσω προς στην Πόλη. Φανταστείτε την αγωνία μας.Τρέχομε στη γέφυρα και ρωτούμε ανήσυχοι τι συμβαίνει. Ο πλοίαρχος μας εξηγεί ότι πλησιάζουμε στον κόλπο της Πανόρμου και δεν επιτρέπεται να μπούμε νύχτα γιατι μπορεί να μας βάλουν. Ετσι κάναμε βόλτες πίσω μπρος ώσπου έφεξε καλά και μπήκαμε στο λιμάνι της Περάμου. Αλλά τι ήταν εκείνο που αντικρύσαμε. Ολος ο πληθυσμός του χωριού με τα ρούχα ντεκιασμένα να στεκεται όρθιος στο παραθαλάσσιο όπου ξεροστάλιαζε επί πέντε μερόνυχτα καρτερώντας το καράβι της σωτηρίας. Οταν μας είδαν εγονάτισαν όλοι και προσεύχονταν με σπαρακτικούς λυγμούς. Ολα τα καίκια, τα ψαράδικα κι οι βάρκες ανοίτηκαν με μιας και περικύκλωσαν το βαπόρι. Μόλις βγήκαμε έξω η πρώτη μας ερώτησι ήταν που βρίσκονταν το εικόνισμα της Φανερωμένης. Ηταν η πρώτη και μεγάλη εντολή από την Διοίκηση του Συνδέσμου να σώσουμε το Εικόνισμα. Μας πληροφόρησαν ότι από την προηγούεμνη ημέρα ο Ηγούμενος της Μονής, πήρε το εικόνισμα και από τη Λαγκάδα έγυγε για τη Πόλη. Αρχίσαμε τότε να φορτώνουμε. Πρώτα βάλαμε στο βάθος του αμπαριού τα χονδρά εμπορεύματα, στάρι από τη φάμπρικα του Ταλιαντζή και τα εξαρτήματα της μηχανής του Μύλου. Τα βαριά κομμάτι ακαθώς και η μηχανή μείναν όλα εκεί. Υστερα στοιβάζουμε τα βαρέλια, τις σάλτσες – ήτνα η εποχή της σοδιάς- σακιά με κριθάρια κι ότι άλλο ήταν συσκευασμένο. Αυτά εγιναν τις τρείς πρώτες μέρες.Κατόπιν αφού εφορτώψσαμεν το ρουχισμό ήρθε η σειρά να μπουν και οι κάτοικοι. Μας ειδοποιούν ότι υπάρχουν εξι λεχούσες. Σταματάμε την επιβίβαση και τακτοποιούμε πρώτα τις λεχούσες όσο μπορούσαμε καλύτερα. Για να βάλουμε μια τάξη στην επιβίβαση κανονίσαμε σειρά και βάλαμε τον Βασίλη Βούλγαρη επικεφαλής. Σε τέτοιες ώρες πως να συγκρατηγθεί όλος αυτός ο εξαλλος κόσμος; Για μια στιγμή που κάποιο καίκι θέλησε να σπάσει τη σειρά, ο Βασίλης αναγκάστηκε να ρίξει δυο τουφεκιές στον αέρα για να σταματήσει το κακό, αλλιώς θα είχαμε πνιγμούς. Οταν οι μισοί από τους κατοίκους είχαν επιβιβασθεί, εμείς δλδ η Επιτροπή, μαζί με τους δύο Ελληνας πλοιάρχους βγήκαμε έξω. Πήραμε βόλτας τις εκκλησίες και μαζεύαμε τα εικονίσματα. Στον Αι Νικόλα του Σχολείου ήταν τρια καραβάκια αφιερώματα κρεμασμένα, όπως θα θυμούνται οι παλιοί. Τα δώσαμε με όλη μας την καρδιά στον πλοίαρχο τον καπετάν Νικόλα από το Μυριόφυτο που μας τα ζήτησε. Την έκτη μέρα σαλπάραμε. Ολα τα ζωντανά τα αφήκαμε στο χωριό με σκοπό να ξαναγυρίσωμε και να τα πάρωμε σε δεύτερο ταξίδι αν μας δινόταν ο καιρός. Εβγήκαμε από τον κάβο της Καψάλας και τραβήξαμε κατά τον Μαρμαρά. Οι χωριανοί όλοι ήθελαν να τους βγάλωμε στη Συλυβριά, για να ναι πιο κοντά στην Πόλη. Εμεί ςόμως είχαμ επάρει διαταγή από τον Ταβουλάρη, στρατιωτικό διοικητή της Πανόρμου, ν απάμε όσο μπορούμε μακρύτερα. Η εντολή ήταν μυστική και αναγκαστήκαμε να γελάσωμε τους συμπατριώτες μας. Το πρωί ξημερωθήκαμε στο Μυριόφυτο. Δεν μπορούσαμε πια να αλλάξουμε πορεία, έπρπε να αποβιβαστούμε εκεί που είμαστε. Βγαίνουμε έξω η Επιτροπή και πάμε στο Διοικητή να πάρουμε την άδεια για την αποβίβαση. Ο διοικητής με κανένα τρόπο δεν δεχόταν να μας στεγάσει. Δεν ξέρωμε τι διαταγές είχε και σε τι απέβλεπαν όλα αυτά. Το γεγονός είναι ότι μας φέρθηκε άστοργα για να μην πω απάνθρωπα. Αναγκαστήκαμε να του δηλώσωμε ότι εμείς θα αποβιβάσουμε κι αν μας εμποδίσει με τους χωροφύλακες τότε κι εμείς θα τους χτυπήσωμε με τα όπλα που είχαμε μαζί μας του εθελοντικού λόχου της Περάμου κι ότι βρέξει. Για καλή μας τύχη την ώρα που βγαίναμε από το διοικητήριο συναντήσαμε τον Ομηρο Πρωτοψάλτη, μεγαλέμπορο κρασιών και σημαίνοντα παράγοντα του Μυριοφύτου. Οταν άκουσε πως το βαπόρι είχε μέσα πρόσφυγες της Περάμου και πως ο διοικητής δεν επέτρεπε την αποβίβαση γιατι δεν είχε τάχα χώρο να τους στεγάσει, μας εδήλωσε αμέσως με αυθόρμητη συγκίνηση πως οι απποθήκες του ήταν αρκετές να χωρέσουν όλο αυτόν τον κόσμο. Ετσι άρχισε ομαλά η αποβίαβση και βολευτήακμε όπως όπως στις δυό μεγάλες κρασαποθήκες του Πρωτοψάλτη. Ηταν άλλωστε καλοκαίρι και πολλοί προτίμησαν να μείνουν έξω στην ακρογιαλιά. Την ίδια εκέινη ημέρα πέθανε και η Παναγιώτα η ηλικιωμένη σύζυγος του Γιακίμαγα. Δεν μπορούσε να αντέξει στις κακουχίες του ταξιδιού. Η αποβίβαση και το ξεφόρτωμα βάσταξε τρείς ολόκληρες μέρες. Θα αργούσε ακόμη πιο πολύ αν δεν έιχαμε μαζί μας τα καίκια του Ταλιαντζή που τα φέραμε μαζί μας δεμένα πίσω από το βαπόρι. Γυρίζωμε τώρα να πάρωμε τα ζώα που τα είχαμε αφήσει πίσω στο χωριό. Στο δρόμο μας συναντάμε ενα υπερωκεάνειο δικό μας πιθανά τον Βασιλέα Αλέξανδρο που τραβούσε προς τα στενά του Τσανάκαλε. Οταν μπήκαμε στα νερά τα δικά μας έιδαμε αντίκρυ στην Πάνορμο, ένα πολεμικό δικό μας που υπεστήριζε την επιβίβαση του στρατού μας. Φτάνουμε στο χωριό το απόγευμα. Τα ζώα ήταν αραδιασμένα στην παραλία μαζί με τους ανθρώπους που είχαμε αφήσει εκεί οπλισμένους να τα φροντίζουν.Αρχίσαμε αμέσως το φόρτωμα. Δεμένα πίσω από τα καίκια, έρχονταν πίσω στα ανοιχτά στο βαπόρι και με το βίντσι ένα ένα τα σήκωναν και τα τοποθετούσαν στο κατάστρωμα. Τη νύχτα ήταν αδύνατο να συνεχίσουμε γιατί βγήκε βοριαδάκι. Τα χαράματα ξαναρχίσαμε με τον ίδιο τρόπο. Μέσα στα ζώα ήταν και δέκα άλογα του στρατού. Τα πήραμε μαζί με τους στρατιώτες. Το κατάστρωμα είχε πια γεμίσει όλτελα, δεν χώραγε άλλο. Αναγκαστήκαμε να παρατήσουμε στο χωριό καμιά δεκαριά μεγάλα ζώα, αγελάδες και βόδια και αρκετά υποζύγια. Κάνω το σταυρό μου κι αφού γυρίζω κι αποχαιρετώ το αγαπημένο μου χωριό, μαπίνω μόσνος στη βάρκα που είχα κρατήσει τελευταίος για μένα. …Είμαι το τελευταίο ποδάρι που πάτησε στο χώμ ατης Περάμου, γλυκό μου χωριό δεν θα σε ξαναδώ… Δεν βλέπω πια μπροστά μου. Μηχανικά ανεβαίνω στο βαπόρι με μάτια βουρκωμένα, αφού αποχαιρέτησα τον προσφιλέστερο μου νεκρό… Αλλά θεέ μου δώσε μου δύναμη να συνεχίσω την ιστορία μου γι αυτό που είδα τελευταία. Οταν δέθηκαν πια τα καίκια και η βάρκα και το βαπόρι άρχισε να ξεκινά, τότε όλα τα ζώα που είχαν μείνει στο γυαλό, νιώθωντας ότι εγκαταλείπονται οριστικά, αρχινάνε ένα άγριο βέλασμα και ρίχνονται στη θάλασσα, πλέοντας προς το βαπόρι. Με τις άναρθρες φωνές τους μας εκλιπαρούσαν να τα πάρουμε. Το άγριο μουγκριτό μας ανατρίχιαζε όλους. Η καρδιά μας δεν αντέχει άλλο, πάει να σπάσει. Με αναφιλητά αποχαιρετούμε το αγαπημένο μας χωριό και το βαπόρι μακραίνει και πάει. Οταν πια στρίψαμε από την Καψάλα, χάθηκε ολότελα από τα μάτια μας και το χωριό και τα βουνά και η θάλασσα του. Εδώ σταματά η συγκλονιστική αφήγηση του Γαβριήλ Ψύχα. Ετσι ανήμερα στη μεγάλη γιορτή της Παναγίας στις 23 Αυγούστου, όπου άλοτε χαλούσε ο κόσμος από το τραγούδι και τους χορούς, τα σφυρίγματα των βαποριών που κουβαλούσαν χιλιάδες προσκυνητές στο μεγάλο πανηγύρι, αυτή τη σημαντική ημέρα διάλεξε η μοίρα για να φωνάξει σαν το Χριστό πάνω στο σταυρό, την τελευταία της λέξη η Πέραμος… Τετέλεσται…
Η Πέραμος «Τετέλεστε». Στο Μυριόφυτο το Βαπόρι ξεφόρτωσε τα ζωντανά και μερικά άλλα βαριά εμπορεύματα, δεν μπόρεσε όμως να ολοκληρώσει το ξεφόρτωμα γιατί τα μέσα έλειπαν.Υποχρεώηηκαν όμως να φύγουν για την Πόλη όπου προέκυψαν νέα προβλήματα, Οι Τουρκικές τελωνειακές αρχές θα έκαναν κατάσχεση. Με ενέργειες του Αλέκου Αγόρογλου αδελφού της Ολυμπίας Κούζου, τα πράγματα και τα εμπορεύματα μεταφέρθηκαν σε ιδιωτικές αποθήκες και αργότερα, με ενέργειες του ιδίου πουλήθηκαν κρυφά και το αντίτιμο στάλθηκε στους δικαιούχους. Οι Περαμιώτες διασκορπίστηκαν στο Μυριόφυτο απ΄’ όπου άλλοι πήγαν με τα πόδια στην Καβάλα, άλλοι κρύφτηκαν στην Πόλη μέχρι το 1924 που εκδιώχθηκαν με την ανταλλαγή. Η Ολυμπία με τα τέσσερά παιδιά γύρισε στην Ελλάδα με την ανταλλαγή. Ο Αντώνης Κούζος με τις αδερφές του Θεοπούλα και Αθηνά στην Αθήνα μετά την επιστροφή τους στην Ελλάδα Αντώνης Κούζος Στρατιώτης στον πολεμο του 1940 Πολλοί από τους Περαμιώτες εγκαταστάθηκαν στην περιοχή του Μοναστηριού της Φανερωμένης στην Σαλαμίνα και μετά στο Μεγάλο Πεύκο Μεγαρίδος την σημερινή Νέα Πέραμο. Το διάστημα που έμειναν στην Πόλη ο μικρός Αντώνης έζησε την εμπειρία της κατάληψης της Κωνσταντινούπολης από το συμμαχικά στρατεύματα. Η Κωνσταντινούπολη κάτω από την κατοχή των συμμάχων. Θυμάμαι τον Πατέρα μου Αντώνη Κούζο να διηγείται:
«Παίζαμε πετροπόλεμο με τα Τουρκόπουλα στο μέσο του δρόμου, έσπασα τα τζάμια ενός κτιρίου και ήρθε να με συλάβει αστυνομία από τρίαν κράτη.» Ήταν τότε 8 ετών.
Περισσότερες πληροφορίες στα Αγγλικά για την Πέραμο υπάρχουν στην παρακάτω σύνδεση που δημιουργήθηκε από τον Στυβ Μανίτσα Έλληνα Αμερικανό Περαμιώτη δεύτερης γενιάς http://web.archive.org/web/20051108171548/http://members.aol.com/peramos/index.html Στον χάρτη της χερσονήσου της Κυζίκου (Kapidag) μπορεί κανείς να δει την Παλιά Πέραμο και άλλες πόλεις, την Αρτάκη, την Μηχανιώνα, το Αρμενοχώρι, την Πάνορμο κλπ Η σημαντικότερες πληροφορίες για την Πέραμο διεσώθη καν στο Βιβλίο ‘ΠΕΡΑΜΟΣ’ που γράφτηκε και επιμελήθηκε ο Γεώργιος Σγουρίδης από το οποίο μεταφράστηκαν πολλά αποσπάσματα από τον Στυβ Μανίτσα Στυβ Μανίτσα με τον ιστιότοπο του οποίου συνδέονται πολλοί απόγονοί Περαμιωτών της δεύτερης και τρίτης γενιάς ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΒΙΝΤΕΟ ΑΠΟ ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΗΝ ΠΕΡΑΜΟ ΤΗΣ ΜΙΚΡΑΣ ΑΣΙΑΣ Βλέπε Links με βίντεο που τραβήχτικαν από τον Νίκο Κούζο και την Σύζυγό του Βάντα Ρουμπάνη το 1997 : Back to the roots Nick Kouzos (Part.2): Περιλαμβάνει την ίδια την Πέραμο όπως την βρήκαμε το 1997, και ονομάζεται Καρσί Γιακά
Δύο ακόμα βίντεο αναφέροντε στο οδοιπορικό μέσα απο την Κωσταντινούπολη και τον δρόμο προς την Πέραμο Back to the roots Nick Kouzos (Part.1): http://www.youtube.com/watch?v=k5tIVEGczUg Back to the roots Nick Kouzos (Part.3). Οι καινούργιες ρίζες αναβιώνουν στην Νέα Πέραμο. Back to the roots Nick Kouzos (Part.3). The new roots of Peramos reviving in Greece. What is Peramos? Peramos is a Greek city on the Peninsula of Kyzikos (now called Karsiyaka on the Kapidag Peninsula) in Turkey near the large port city of Bandirma (formerly Panormos) and the resort community of Erdek (formerly Artaki). The Peninsula is on the southern shore of the Sea of Marmara, which separates the European and Asian parts of Turkey, and links the Agean Sea in the Mediterranean ,with the Black Sea. Long Before the Ottoman Turks occupied present day Turkey in the 14th century, the inhabitants of this peninsula and much of the greater area of Asia Minor were Greek, as is evident from the ancient civilizations of Troy, Pergamon, Ephisus, and Kyzikos (renamed Belkis), up to the Greek cultural and economic life of the region in the beginning of this century. The pictures and text of this website tell the story of Peramos and it’s inhabitants — from King Kyzikus of legend (for whom the city of Kyzikos was named after he was accidently killed by Jason and the Argonauts), to the last of the Greek Peramians who in 1922 where forced to abandon their city. ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ ( Links) Links με τα έργα και δημοσιεύσεις του Γεωργίου Κούζου τα οποία έχουν ψηφιοποιηθεί. Κούζος, Γεώργιος Ι. Δημιουργός των παρακάτω τεκμηρίων Κούζος, Γεώργιος Ι., http://anemi.lib.uoc.gr/metadata/1/9/e/metadata-141-0000463.tkl Συντελεστής στα παρακάτω τεκμηρίων http://anemi.lib.uoc.gr/metadata/8/f/c/metadata-86-0000430.tkl 2. Αναγνωστικόν μετ’ εικονογραφιών : πρός χρήσιν των ἐν τοίς δημοτικοίς καί ἀστικοίς σχολείοις διδασκομένων αρρένων τε καί θηλέων / υπό Γ.Ι. Κούζου, Ι.Α. Ιλλίδου http://medusa.libver.gr/handle/123/1309 http://medusa.libver.gr/handle/123/1378 |
Photos of Peramos and Peramians from Kouzos Family | |
![]() |
![]() |
The area around the sea of Marmara. | Anthony Kouzos with his wife Evaggelia 1962 |
![]() |
![]() |
Nick Kouzos the last Greek School Master of the Papadopoulion School of Peramos, with his wife Olympia Agoroglou. | The Nick Kouzos (the Grand Father) Family in Peramos, 1914 |
![]() |
![]() |
The Papadopoulion School of Peramos | The Monastery of Agia Phaneromeni, two hours walk from Peramos. |
![]() |
![]() |
Socratis Agoroglou brother of Olympia Kouzos | A drawing of the Papadopoulion School of Peramos |
![]() |
![]() |
The letter from the Peramians to their compatriots in Constantinople pleading for a boat to be sent to save them. from massacre. | Peramian refugees during 1915. |
Εικώνες από την Κωσταντινούπολη όπου η Ολυμπία Κούζου κατέφυγε από το 1915 μεχρι το 1924 | |
![]() |
![]() |
Peran with Greek and Turkish flags | Vanda Kouzou Roumpani in search of the old house of Kouzos family in Costandinouple,2002. |
![]() |
![]() |
Agios Konstandinos. Close to the house Olympia Kouzos lived between 1915 and 1924.Constandinoupole | Agia triada, Taximi square 2003. |
![]() |
![]() |
Agia Sophia. | Peran the Greek road. |
![]() |
![]() |
Agia Sophia. | 17, Chirrass Sockak, the house of Olympia Kouzos in Constandinoupolis from 1916 to1924. |
![]() |
![]() |
Beautiful Bosporous | Peran the Greek road. |
![]() |
https://www.youtube.com/watch?v=XoFD1lJHVZ8
Μικρασιάτικο Τραγουδι από την θάλασσα του Μαρμαρα |
Olympia Kouzos |